Όλο χειμωνιάτικες ή άχρονες μουσικές είναι για μένα οι καλοκαιρινές.
Πριν έντεκα χρόνια, κοντά τέτοια εποχή, είχε βγει το ok computer. Την πρώτη μέρα κυκλοφορίας φυσικά την είχα χάσει, μια και τα ημιεπαρχιακά δισκάδικα κοντά στο σχολείο μου ούτε ήξεραν ούτε είχαν ακούσει.
Κι έτσι την επόμενη, πηγαίνοντας να δώσω τα προφορικά του proficiency στις τρεις το μεσημέρι με τη φίλη μου την Ε. και τη γυναίκα ναυτικού μαμά της που πάλευε να βρει την Πανεπιστημίου βγαίνοντας απ’ την Ομόνοια, φορώντας κυπαρισσί all star, τζιν, κι ένα φρικτό τσαγαλί μπλουζάκι, το αγόρασα απ’ το metropolis.
Πώς μπορείς να νιώθεις τόσο γεμάτος με κάτι που ‘χεις μες στην τσάντα σου; Ποτέ δε μου ‘χει ξανατύχει.
Στο δωμάτιό μου τότε δεν έβλεπες πάτωμα απ’ τα ρούχα και τα βιβλία και τα cd, κι η ουρά με τ’ αντικείμενα εκτεινόταν ως το μπάνιο, γιατί ήταν ανοιχτές οι πόρτες αφού έλειπε η αδελφή μου κι άκουγα επιτέλους μουσική δυνατά κάνοντας μπάνιο, κι ήτανε για μένα.
Πηγαίνοντας το βράδυ στο αποχαιρετιστήριο πάρτυ του γυμνασίου μου, φορώντας ένα εξίσου φρικτό γαλάζιο φόρεμα και κάτι ακόμα χειρότερα μπλε σαμουά μοκασίνια (καλοκαιριάτικα!) άκουγα μέσα μου το Paranoid Android, που πια δεν ξεροστάλιαζα μπροστά στο mtv ώσπου να το παίξει, κι όποτε τ’ ακούω ακόμα και τώρα βλέπω τα παπούτσια μου σαν αυτά τα βιντεοκλίπ που η κάμερα είναι ο ήρωας, βλέπω τα παπούτσια μου και την άσχημη πόλη ένα απόγευμα ιουνίου στις οχτώμισι το βράδυ, κι είμαι φρεσκολουσμένη, με βρεγμένα μαλλιά ακόμα, κι επιτέλους τελείωσε το σχολείο κι έρχεται το καλοκαίρι.
Ούτε που το θυμάμαι το πάρτυ.
Γυρνάω σπίτι, ακούω στο σπίτι δυο-τρεις φορές ακόμα το album, το γράφω σε κασέτα βιαστικά, είν’ απ’ τις πιο βιαστικά γραμμένες κασέτες μου, χωρίς διακόσμηση, χωρίς αποκόμματα από περιοδικά που της ταιριάζουν, χωρίς ένα ραπιδογράφο, απλά μ’ ένα στιλό, αγχωμένα. Κι ακούω ξανά και ξανά το Exit Music κι ενώ για όλο το άλμπουμ υποψιάζομαι πως κάτι έχει αυτή η μουσική που ακόμα δεν μπορώ να καταλάβω, αλλά θέλω να καταλάβω, αυτό το τραγούδι το νιώθω πλήρως σ’ αυτή την ησυχία που οι γονείς μου μέσα κοιμούνται κι εγώ ακούω στο σκοτάδι με το κλιματιστικό, ετοιμάζοντας τη βαλίτσα μου. Στενοχωριέμαι τόσο που την επόμενη μέρα πηγαίνω κατασκήνωση και δε θα μπορώ να την ακούω, που είναι σαν ν’ αποχαιρετώ άνθρωπο.
Δεν έχω ακούσει τίποτε περισσότερες φορές, πέντε, έξι, εφτά φορές τη μέρα, κάθε μέρα, για μήνες, ειμ’ άλλωστε εμμονική και σταματάω μόνο όταν δεν αντέχω άλλο. I’d tell all my friends, but they’d never believe me, they’d think that i finally lost it completely.
Πάλι κοντά τέτοια εποχή, πριν τρία χρόνια, ο Α. έχει έρθει να μ’ επισκεφτεί στη Θεσσαλονίκη κι έχω τόση ασύλληπτη δουλειά και τόσο άγχος και κούραση, που βάζω τα κλάματα στη μέση του βραδινού, στη μέση της Άθωνος, μες στον κόσμο, και του λέω «Α., δεν είμαι καλά», κι ο καταθλιπτικός Σουηδός Α. που έχει έρθει στην Ελλάδα για να ξεσκάσει λιγάκι, μου απαντάει σοβαρά «Ναι, δεν είσαι καλά.» Και την επόμενη μέρα έχει επιτέλους συννεφιά, στην Ελλάδα χρειάζεται πού και πού λίγη συννεφιά, αυτός ο ήλιος παραπάει, κι έτσι καθόμαστε σπίτι, ανοίγουμε τον καναπέ κι ακούμε ξανά το OK Computer μετά από τόσα χρόνια ολόκληρο, και συζητάμε για ανάλαφρα θέματα, όπως οι Radiohead, o Thom Yorke, η μουσική, τα Ikea, οι Abba, η εφηβεία, το so you think you can dance, και δε θυμάμαι τι άλλο, άλλωστε με τον πολυαγαπημένο μου Α. έχουμε μιλήσει για τα πάντα, καθόμαστε λοιπόν έτσι οκλαδόν κι αρνούμαι να πάω οπουδήποτε καθώς έχω πει ότι είμαι άρρωστη, κι είναι απ’ τις πιο όμορφες μέρες της ζωής μου. Κι η φωτογραφία που έχω απ’ το σπίτι από κείνες τις μέρες είναι αυτή που έχει τραβήξει ο Α. – είμαστε αγκαλιά με τον Γ. και φοράω μπλούζα Radiohead, που είναι άλλωστε κι η μόνη μπλούζα συγκροτήματος που έχω.
Είναι η ίδια μπλούζα που φοράω σε μια φωτογραφία ένα χρόνο πριν από εκείνη την ημέρα με τον Α., που είχε τραβηχτεί από ένα βράδυ στην Κολωνία και η Α. αποκαλεί «μικρός πρίγκηπας», γιατί είναι τραβηγμένη από ψηλά και φαίνομαι ήρεμη και κάπως ξένη. (Λίγο μόνιμη κατάσταση αυτή, τώρα που το σκέφτομαι.)
Δεν ξέρω, γενικά δεν νιώθω πως μοιάζω και πολύ μ’ αυτό το κοριτσάκι δέκα χρόνια πριν. Αλλά όταν άκουγε μουσική, ήταν σαφέστατα εγώ.
Read Full Post »